Ο Βυζαντινολόγος Γεώργιος Λαμπάκης (1854-1914) και τα ιδεολογικά θεμέλια του έργου του
[από την επετηρίδα της εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, Τόμος ΚΔ’, 2022,
Πρακτικά του Δ΄ Διεθνούς Κυκλαδολογικού Συνεδρίου
Οι Κυκλάδες στην διαχρονία: Χώρος-Άνθρωποι Χώρα Τήνου, 22-26 Σεπτεμβρίου 2021
Μέρος Α΄]
Ιωάννης Λαμπάκης
(και όπου είναι γέροι, και τα εμπρός και τα κατόπι βλέπουν, και ό,τι συμφέρει προνοούν στο ᾽να και στ᾽ άλλο μέρος)
Το παρόν συνέχει το παρελθόν με το μέλλον.
Περίληψη
«Ο Βυζαντινολόγος Γεώργιος Λαμπάκης (1854-1914) και τα ιδεολογικά θεμέλια του έργου του»
Ο Τήνιος την καταγωγή εκ μητρός της Μουνταδιανής Μαργαρίτας Πλατή, ο Γεώργιος Λαμπάκης, ως υπότροφος του Ιδρύματος Ευαγγελίστριας σπούδασε Θεολογία στο ΕΚΠΑ και εν συνεχεία μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία (Ερλανγκεν), όπου αγορεύτηκε Διδάκτορας της Φιλοσοφίας με τη διατριβή του «Αι εν τη Αττική Χρισκιανικαί Αρχαιότηται»(1882). Με την επιστροφή του στην Ελλάδα προέβη στην ίδρυση της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (ΧΑΕ 1884) και του Χριστιανικού (μετέπειτα Βυζαντινού) Μουσείου, αναπτύσσοντας πολυσχιδές πολιτιστικό και εθνικό έργο εντός και εκτός συνόρων, ως Γραμματέας της Βασίλισσας Όλγας. Από την πρώτη μορφή – έκθεση του Μουσείου ο Γ.Λ. προσπάθησε να εμπεδώσει στους συγχρόνους του την ιδέα της συνέχειας στην ιστορική ταυτότητα του Ελληνισμού, με το Βυζάντιο αναπόσπαστο και ουσιαστικό τμήμα της. Την επιδίωξη αυτή καλλιέργησε και όταν αργότερα ανέλαβε τη διδασκαλία της Βυζαντινής Τέχνης στο ΕΚΠΑ, διαμορφώνοντας τους πρώτους Έλληνες Βυζαντινολόγους.
Στην πρωτοπόρα δραστηριότητά του αποτυπώνεται η βασική αρχή του οράματός του:
«Η Ελλάς μήτηρ πάσης σοφίας και τέχνης εστί δια πάντων των αιώνων μέγα Μουσείο του Ενιαίου αθάνατου πνεύματος της Ελληνικής φυλής. Παρθενών και Αγία Σοφία μία διάνοια εν δυσί τύποις».
Αποτελούσε την έμπρακτη απάντηση του Έλληνα θεολόγου (η θεολογία συνδέεται στενά με την ιστορία) και Βυζαντινολόγου στον ιστορικό Fallmerayer, την πεποίθησή του ότι «το έθνος καθορίζεται από πολιτισμικούς και όχι βιολογικούς παράγοντες». Στον Λαμπάκη πρυτάνευε η αρχή ότι «Έλληνες εισίν οι της παιδεύσεως της ημετέρας μετέχοντες»
Ο Γεώργιος Λαμπάκης μετέσχε στην κίνηση του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλος, που συνέλαβε την ελληνική ιστορία ως αδιάσπαστο όλον, αναγνωρίζοντας την ενότητα των πολιτιστικών χαρακτηριστικών της εθνικής ταυτότητας. Με οδηγό την επιστημονική του σκέψη και με φάρους την Πίστη και την Γνώση, ο Γ.Λ. πραγματοποίησε ένα τιτάνιο έργο, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι τον θάνατό του τα μέλη όλων των Διοικητικών Συμβουλίων της ΧΑΕ προήλθαν από την ίδια ιδεολογική ομάδα και υπηρέτησαν τους ίδιους εθνικούς σκοπούς.
Η παρούσα ανακοίνωση αφιερώνεται στον πρωτοπόρο Ελληνα Βυζαντινολόγο, Τήνιο Γιώργο Λαμπάκη και την ευγνωμοσύνη της οικογενείας του, προς το Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας για την υποστήριξη που του παρείχε.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του “Αρχείου Οικογένειας Λαμπάκη”, εφεξής (ΑΟΛ), μου ανέθεσε να παρουσιάσω/ενημερώσω για τα ιδεολογικά θεμέλια του έργου του Γεωργίου Λαμπάκη, εφεξής (ΓΛ), Θεολόγου – Βυζαντινολόγου, με την ευκαιρία της διεξαγωγής του Δ΄ Κυκλαδολογικού Συνεδρίου στην πατρίδα του την Τήνο, όπως ο ίδιος ανέφερε και έγραφε, παρόλο που ήταν γέννημα και θρέμμα της Αθήνας. Άλλωστε, ο Δήμος Τήνου έχει ονοματίσει οδό προς τιμή του.
Η απόφαση αυτή του ΔΣ του ΑΟΛ βασίστηκε σε δύο λόγους:
Πρώτον, γιατί μας δίνεται η δυνατότητα να εκφράσουμε και εμείς, οι απόγονοι του, ευγνωμοσύνη προς το Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας για την υποστήριξη που παρείχε στην οικογένεια κατά τα πολύ δύσκολα εκείνα χρόνια, και Δεύτερον, λόγω του ότι φέτος, που εορτάζουμε τα 200 χρόνια από την ανεξαρτησία της πατρίδας μας, εμείς στο ΑΟΛ θεωρούμε ότι ή ίδρυση της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (ΧΑΕ) και του Βυζαντινού & Χριστιανικού Μουσείου αποτέλεσαν τη συμβολή του Γ.Λ, στην διατήρηση της μνήμης του Έλληνα μέσω της διάσωσης των κειμηλίων και της ιστορίας των Ναών.
Το ΑΟΛ είχε την μεγάλη τύχη να το συνδράμουν σπουδαίοι συνεργάτες, που τίμησαν με την παρουσία τους και την εθελοντική εργασία τους το τόλμημά μας, να παρουσιαστεί το Αρχείο της οικογένειας στην επιστημονική κοινότητα. Πρώτη και πάνω από όλους ευχαριστούμε από καρδιάς την καθ. Σόνια Καλοπίση – Βέρτη, που τότε στο μακρινό 1995 καθηγήτρια στο ΕΚΠΑ και σήμερα ομότιμη, με σύνεση, προγραμματισμό και φροντίδα ανάλογη με το ήθος και τον σφοδρό έρωτα που έχει για τον Βυζαντινό πολιτισμό, μας οδήγησε σιγά-σιγά στην αναψηλάφηση του αρχείου με πρώτο σκαλί, την καταλογράφησή του. Την εργασία αυτή ανέλαβε ο τότε υποψήφιος και νυν διδάκτορας Νικόλας Φύσσας. Η εξαιρετική εργασία του μας βοήθησε να αντιληφθούμε το εύρος και μέγεθος του έργου του ΓΛ και να πραγματοποιήσουμε καλύτερα την οργάνωσή μας. Μας υποστηρίζει και μας οδηγεί όλα αυτά τα χρόνια. Έχουν περάσει 20 χρόνια που μας έχει παραδώσει την εργασία του, και του οφείλουμε την παρουσίασή της. Ο Δρ Διονύσιος Μουρελάτος έχει συνδράμει ώστε το ΑΟΛ να γίνει γνωστό και προσιτό σε ερευνητές και στην κοινωνία με την συμμετοχή του σε ανάλογες επιστημονικές εκδηλώσεις. Ο Δρ Γεώργιος Τσιμπούκης επεξεργάστηκε όσες από τις επιγραφές υπάρχουν στο αρχείο, περίπου 6002. Είναι μια εξαιρετική εργασία. Τους ευχαριστούμε όλους από καρδιάς!
Επίσης ευχαριστούμε την κα Λουκία Κοτσιμπού, υπεύθυνη για την οργάνωση και ψηφιοποίηση του αρχείου η οποία αυτό το διάστημα επεξεργάζεται να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΑΟΛ η ψηφιακή παρουσίαση των περιηγήσεων του Γ.Λ., και του αρχείου. Ομοίως την κυρία Ευφροσύνη Μάρδα – Λαμπάκη, η οποία μου δίδαξε να ρωτώ τον εαυτό μου: « Γιατί πρέπει αυτό να είναι έτσι;». Ήταν και είναι πάντα πρόθυμη να αμφισβητήσει και να προκαλέσει τις «ιερές αγελάδες μου». Η αντίληψη της για το τι είναι σημαντικό στην ζωή με προ φύλαξε, στο να μην χάσω το στόχο μου, αφενός και αφετέρου, αυτό που είναι σημαντικό, το σημαντικότερο στην ζωή μου, την οικογένεια και τους φίλους.
Τέλος, εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας σε έναν από τους ανθρώπους του πολιτισμού, που σίγουρα θα ήταν εισηγητής στο συνέδριο αυτό, εάν δεν έχει φύγει πρόωρα από κοντά μας. Η αγάπη του για την Τήνο ήταν γνωστή. Προσωπικά μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω από κοντά το Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο (ΒΧΜ), να συνεργασθώ μαζί του αλλά και με τους επιμελητές του Μουσείου. Ήταν πολύτιμη η μαθητεία κοντά του. Ευγνωμονούμε λοιπόν τον αείμνηστο Δημήτριο Κωνστάντιο.
Εκ προοιμίου σας γνωρίζω ότι δεν είμαι ιστορικός ούτε βυζαντινολόγος. Είμαι απλώς απόγονος και φυσικά είμαι υποκειμενικός. Επίσης σας διαβεβαιώ ότι είναι πενιχρές οι διασωθείσες οικογενειακές πληροφορίες, και ότι το προσωπικό αρχείο, οι μελέτες και η βιβλιοθήκη του ΓΛ δεν έχουν εντοπιστεί. Σχετικά με την βιβλιοθήκη και τις μελέτες του η μόνη είδηση που σώζεται, είναι η αναφορά τους στην διαθήκη του ΓΛ, όπου ο ίδιος αναφέρει:
«Η βιβλιοθήκη μου επιθυμώ να πωληθή εις Ευρώπην ως και αι συλλογαί μου. Η Πατρίς … με απεδοκίμασε, δεν θα αποδοκιμάση και τας συλλογάς μου; Εκ του τιμήματος της βιβλιοθήκης μου (Φρανκφούρτη & και εν Παρισίοις) δια του κ. Millet επιθυμώ να δοθώσιν εις τον Φιλιππον δρ. 500».
Η προσέγγιση λοιπόν που θα σας εκθέσω, είναι η προσωπική μας άποψη.
Ο Γεώργιος Λαμπάκης (1854-1914), Τήνιος την καταγωγή, εκ μητρός Μουνταδιανής, της Μαργαρίτας Πλατή, σπούδασε ως υπότροφος του Ιδρύματος Ευαγγελίστριας στη Ριζάρειο και στη συνέχεια Θεολογία στο ΕΚΠΑ, και μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία (Ερλάνγκεν), όπου αναγορεύτηκε Διδάκτορας της Φιλοσοφίας με τη διατριβή του “ΑΙ ΕΝ Τῌ ΑΤΤΙΚῌ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ” (1882). Σημαντικό ρόλο στην μετεκπαίδευση του στην Γερμανία διαδραμάτισε ο καθηγητής του και πρώτος καθηγητής της Χριστιανικής Αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ, Ιερωμένος Νικηφόρος Καλογεράς, ο οποίος είχε σπουδάσει στη Γερμανία 4. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ο Γ.Λ. πρωτοστατεί στην ίδρυση της ΧΑΕ και του ιδιωτικού Χριστιανικού Αρχαιολογικού Μουσείου & Τέχνης το 1884, το οποίο από το 1923 ενσωματώθηκε στο Δημόσιο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο, το οποίο ιδρύθηκε στο τέλος του 1914, μετά τον θάνατο του Γεωργίου Λαμπάκη την ίδια χρονιά.
Σεβόμενοι την επιθυμία του ΓΛ, προχωρήσαμε στην ίδρυση του ΑΟΛ.
Το ΑΟΛ είναι Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία. Μείζον σκοπός του ΑΟΛ, εκτός από το να διαφυλάττει, συντηρεί και να διαχειρίζεται το υλικό αυτό, είναι να γίνει προσιτό το Αρχείο στην επιστημονική κοινότητα και όχι μόνο. Διευρύναμε την ανωτέρω επιθυμία του ΓΛ, η οποία αφορούσε τις επιγραφές, και στις υπόλοιπες σειρές/θέματα του προσωπικού του αρχείου, Αλληλογραφία ( κυρίως εισερχόμενη), Ημερολόγια ταξιδιωτικά, Χειρόγραφα, Καρτ Ποστάλ, Φωτογραφίες. Είμαστε στο στάδιο που ολοκληρώνουμε την ψηφιοποίηση του, η οποία θα παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε ερευνητή και ενδιαφερόμενο να προσεγγίζει το Αρχείο. Ευελπιστούμε αυτή η προσέγγιση να συμβάλει στη συμπλήρωση των κενών στα σημεία όπου δεν υπάρχουν στοιχεία, και για τους τρεις αδελφούς Λαμπάκη, τον Γεώργιο, τον Εμμανουήλ (Ζωγράφο- Αγιογράφο) και τον Ιωάννη (φωτογράφο, δημιουργό της μέχρι σήμερα μοναδικής συλλογής με 35 φωτογραφίες των Πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896).
Με την επιλογή μας αυτή επιδιώκουμε να συμβάλουμε στην διατήρηση της «χρυσής αλύσου» της Εθνικής μας μνήμης, δια μέσου της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η διατήρηση της Εθνικής μας μνήμης είναι το κυριότερο στοιχείο της ψυχικής μας δομής. Για εμάς τους Έλληνες η μνήμη είναι θέμα χιλιετιών διότι η γλώσσα μας είναι ο συνδετικός κρίκος των χιλιετιών που πέρασαν με την ίδια γλώσσα. Είναι συγκλονιστικό ότι χρησιμοποιούμε τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσε ο Όμηρος. Μπορεί να μην καταλαβαίνουμε τις βαθύτερες έννοιες, όμως αν πλησιάσουμε με μεγάλη προσοχή & αυτοσυγκέντρωση και με την βοήθεια των λεξικών, μπορούμε να τις κατανοήσουμε.
Το 1897 ο ΓΛ τοποθετείται σαφώς με το « Τι καλούμε Χριστιανική Αρχαιολογία» : Σημειώνουμε ότι ο ΓΛ έχει προνοήσει και πραγματοποιήσει, πριν τη σύσταση της ΧΑΕ, να ενημερώσει την κοινωνία, μέσω του ημερήσιου και εβδομαδιαίου τύπου για την Βυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη. Συνεργάτης στο περιοδικό «Εβδομάς» του Δημητρίου Καμπούρογλου διατηρεί δύο στήλες: Την «Χριστιανική Αρχαιολογία» και τις « Θρησκευτικές Εορτές». Για την στήλη της Χριστιανικής Αρχαιολογίας κατά τα έτη 1884-1886 δημοσιεύει 31 μελέτες και 40 άρθρα, αφιερωμένα σε θέματα βυζαντινής αρχιτεκτονικής και τέχνης.
Παράλληλα εκτός από την ανωτέρω αρθρογραφία του, ασχολείται με άρθρα σχετικά με την απαξίωση των Χριστιανικών μνημείων κατά την εποχή εκείνη. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις δημοσιεύσεις του πριν την ίδρυση της ΧΑΕ:
06/07/1881 ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ -Η ΜΟΝΗ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ – ΥΠΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΝ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΝ ΕΠΟΨΙΝ
15/08/1882 ΕΣΠΕΡΟΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ- Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΦΑΝΕΡΩΜΕΝΗΣ
30/09/1883 ΑΙΩΝ – ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ- ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΡ’ ΗΜΙΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
13/05/1884 ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ -ΕΦΗΜΕΡΙΣ- Η ΜΟΝΗ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ ΚΑΙ Η ΚΥΛΛΟΥ ΠΗΡΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
20/05/1884 ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ -ΕΦΗΜΕΡΙΣ- Η ΜΟΝΗ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ ΚΑΙ Η ΚΥΛΛΟΥ ΠΗΡΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
12/08/1884 ΕΒΔΟΜΑΣ – ΕΦΗΜΕΡΙΣ – ΥΠΟΜΝΗΜΑ – Γ.ΛΑΜΠΑΚΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
19/08/1884 ΕΒΔΟΜΑΣ – ΕΦΗΜΕΡΙΣ – ΥΠΟΜΝΗΜΑ – Γ.ΛΑΜΠΑΚΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ.
Η πρωτοπόρα δραστηριότητά του Γ. Λαμπάκη είχε ως εφαλτήριο το όραμά του, το οποίο έχει αποτυπωθεί στο Δελτίο της ΧΑΕ του 1924, επετειακό για τα 10 χρόνια από τον θάνατό του όπου αναφέρεται:
“ Η Ελλάς μήτηρ πάσης σοφίας και τέχνης εστί δια πάντων των αιώνων μέγα Μουσείον του Ενιαίου αθάνατου πνεύματος της Ελληνικής φυλής. Παρθενών και Αγία Σοφία μία διάνοια εν δυσί τύποις”.
Με αυτή την ρητή δήλωση και με έμφαση στο Ενιαίο αθάνατο πνεύμα της Ελληνικής φυλής θεωρούμε ότι τοποθετείται η απάντηση του Έλληνα Θεολόγου / Βυζαντινολόγου στους:
Πρώτον σε
και Δεύτερον τον Ιστορικό Fallmerayer, ότι “το έθνος καθορίζεται από πολιτισμικούς και όχι από βιολογικούς παράγοντες”.
Στον Λαμπάκη πρυτάνευε η αρχή ότι “Έλληνες εισίν οι της παιδεύσεως της ημετέρας μετέχοντες”.
Στον 19ο αιώνα συζητήθηκε η «διαχρονική συνέχεια του ελληνικού έθνους» με αφορμή την αμφισβήτησή της, από μη Έλληνες. Πριν δεν συζητούσαν γι’ αυτήν, καθώς δεν συζητεί κανείς για τα δεδομένα και αυτονόητα. Γιαυτό επιλέξαμε στο συνέδριο αυτό που διεξάγεται στην μητρώα γη του, να καταθέσουμε την θέση μας ότι η ίδρυση της ΧΑΕ και του Χριστιανικού Αρχαιολογικού Μουσείου & Τέχνης έχει συντελέσει στην διαιώνιση της ιστορικής μνήμης του Έλληνα, επίκαιρο θέμα εκείνη την εποχή και όχι μόνο.
Ας προσπαθήσουμε να δούμε την πίσω πλευρά αυτού του οράματος και της σταδιοδρομίας του ΓΛ.
Με την άφιξή του από την Γερμανία, ασχολείται επιμελώς με την ενημέρωση των Ελλήνων περί του αντικειμένου της Χριστιανικής Αρχαιολογίας. Αρθρογραφεί στον ημερήσιο και εβδομαδιαίο τύπο.
Με το άρθρο 3 του καταστατικού της ΧΑΕ του 1884, συστήνεται συγχρόνως και το Χριστιανικό Αρχαιολογικό Μουσείο, του οποίου ο ΓΛ καθίσταται Έφορος. Δεν είναι Γενικός Γραμματέας της ΧΑΕ όπως εξ αστοχίας συχνά αναφέρεται. Μετά από το 1888 εκλέγεται στο ΔΣ της ΧΑΕ, ως Διευθυντής του Μουσείου, και από το 1900, με τροποποίηση του καταστατικού, συγκέντρωσε και τα καθήκοντα του Γενικού Γραμματέα και του Διευθυντή του Μουσείου και της Βιβλιοθήκης. Το πρώτο ΔΣ της ΧΑΕ απαρτίζετο από τους:
Ο λόγος που αναλαμβάνει εξ αρχής να είναι μόνο έφορος του Μουσείου, είναι διότι ενδιαφέρεται άμεσα να παρουσιάσει σε έκθεση, κειμήλια και χρηστικά αντικείμενα, μέσω των οποίων να πληροφορείται ο Έλλην πολίτης για την πολιτιστική του συνέχεια. Ως γνωστόν στην Ελληνική γλώσσα « Μουσείο» σημαίνει τον χώρο λατρείας των Μουσών. Οι Μούσες είναι οι προστάτιδες των γραμμάτων και των τεχνών, κόρες του Διός και της Μνημοσύνης. Είναι ο χώρος που διασώζεται μέσω των γραμμάτων και των τεχνών, η αντίληψη και η συνέχεια της ελληνικής φυλής. Ο ΓΛ έχοντας βαθειά ελληνική παιδεία θεωρεί ότι ο Χριστιανισμός είναι η συνέχεια της Εθνικής Θρησκείας μέσω της γλώσσας και των χρηστικών αντικειμένων. Ο Έλληνας, άλλαξε θρησκεία όχι όμως και συνήθειες:
«Ο Έλλην ενθουσιά εις το όνομα του Παρθενώνος, αλλά εις το όνομα της Αγίας Σοφίας πίπτει μάρτυς ! Αν δια τον πρώτον ομιλεί το ιδανικό του καλού, δια τον Ναόν όμως της αγίας Σοφίας ομιλούσιν αυτά τα μυχαίτατα πάσης Ελληνικής καρδίας !».
Είχε αντιληφθεί ότι οι δύο παραδόσεις δεν υπάρχουν για να καταπολεμά η μία την άλλη, αλλά για να συμπληρώνονται και να συνεργάζονται για το αγαθό του πολιτισμού.
Πραγματοποιεί την πρώτη έκθεση του Χριστιανικού Αρχαιολογικού Μουσείου το 1886 στο σπίτι του συμβούλου της ΧΑΕ Γ. Ζέζου στην οδό Φιλελλήνων 26, με 217 κειμήλια. Στην έκθεση των πεπραγμένων στο Α΄ Δελτίο της ΧΑΕ για το έτος 1891 αναφέρει αναλυτικά ανά μήνα πόσοι το επεσκέφθησαν συνολικά 217 άτομα. Είναι η πρώτη παρουσίαση στην Ελληνική κοινωνία αυτής της έντονης δραστηριότητας, της συλλογής χριστιανικών κειμηλίων και κυρίως κατά το πρώτο έτος από την ίδρυση του Μουσείου της ΧΑΕ . Έκτοτε ακολουθούν και άλλες εκθέσεις και συλλογή κειμηλίων, ώστε το 1910 στην υποψηφιότητά του για την Πανεπιστημιακή έδρα αναφέρει ότι η ΧΑΕ κατέχει περί τις 10.000 κειμήλια.
Βρισκόμαστε στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και 50 χρόνια μετά την σύσταση του Ελληνικού Κράτους. Μια νέα χώρα γεννιέται. Το κύριο αίτημα ήταν να διαμορφώσει ο Έλληνας την εθνική του ταυτότητα. Ορισμένοι την αναζήτησαν στην επιστροφή στο ένδοξο αρχαίο παρελθόν και άλλοι στο να παρουσιάσουν τη συνέχεια του Έλληνα από την αρχαιότητα, μέσω των ίδιων χρηστικών αντικειμένων, υπενθυμίζοντας ότι ο Χριστιανισμός απετέλεσε συνέχεια της Εθνικής Θρησκείας. Ο ΓΛ ανήκε σε αυτή την ομάδα / κατηγορία ερευνητών. Η συμπόρευση του με τα πνευματικά ρεύματα της εποχής του, εντός και εκτός της Ελλάδος, είναι το μείζον χαρακτηριστικό της σταδιοδρομίας του.
- Εντός της Ελλάδος, με την ίδρυση της της ΧΑΕ & του Χριστιανικού Μουσείου και Τέχνης.
- Εκτός της Ελλάδος με την ενεργό συμμετοχή του, ως εταίρος, Ακαδημιών και Αρχαιολογικών σχολών, σε Ρώμη, Παρίσι, Βιέννη, Πετρούπολη, Μαδρίτη, Λονδίνο κλπ και σε επιστημονικές εταιρείες Βυζαντινολόγων, παρουσιάζοντας ενδιαφέρουσα και εντυπωσιακή εξωστρέφεια.
Η ίδρυση της ΧΑΕ μπορεί να κατανοηθεί επίσης και από την οπτική του Γ. Λαμπάκη, την τομή που πραγματοποίησε να τοποθετήσει ισότιμα την Χριστιανική διαδρομή του Έλληνα, δίπλα στην στείρα προγονοπληξία και στην άγονη λογιοσύνη που επικρατούσε (και μπορεί να ειπωθεί ότι μας κρατεί ακόμα δέσμιους, σε παρωχημένες αντιλήψεις).
Συνοψίζοντας, ο Γ. Λαμπάκης με την ίδρυση του Χριστιανικού Αρχαιολογικού Μουσείου προσπάθησε να ανακινήσει και βέβαια να εμπεδώσει στους συγχρόνους του, την ιδέα της συνέχειας στην ιστορική ταυτότητα του Ελληνισμού, με το Βυζάντιο αναπόσπαστο και ουσιαστικό τμήμα της, ιδίως κατά τις δύο περιοδείες του στην Μικρά Ασία, όπου ομιλεί σε εκκλησίες και σε σχολεία και αρθρογραφεί στον τοπικό τύπο, με στόχο να ενδυναμώσει την εθνική και θρησκευτική συνείδηση και το φρόνημα των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Με την προσέγγιση αυτή επεδίωκε να διακοπεί η ανάμειξη της Ελληνικής παράδοσης με την Τουρκική.
Την επιδίωξη αυτή καλλιέργησε και όταν ανέλαβε, ως υφηγητής, τη διδασκαλία της Βυζαντινής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στην Αρχιτεκτονική σχολή του Πολυτεχνείου και στη Σχολή Καλών Τεχνών διαμορφώνοντας τους πρώτους Έλληνες βυζαντινολόγους, διοργανώνοντας εκπαιδευτικές επισκέψεις σε βυζαντινά μνημεία. Από τους σημαντικότερους μαθητές του αναφέρουμε τους Γ. Σωτηρίου και Α. Ορλάνδο.
Ήταν μεταξύ αυτών που εργάστηκαν για να ξαναγεννηθεί ο πολιτισμός σε νέες βάσεις. Πώς υλοποίησε το όραμα του;
Ως Γραμματέας της Βασίλισσας Όλγας με πεδίο δραστηριότητος το φιλανθρωπικό της έργο και με την άδεια της, όπως ο ίδιος αναφέρει από το πρώτο Δελτίο της ΧΑΕ, σελ. 95, επισκέπτεται τους ιστορικούς παλαιοχριστιανικούς χώρους, και -εκτός από κειμήλια, τα οποία καταχωρεί άμεσα στην ΧΑΕ συλλέγει και πληροφορίες σχετικά με τους ναούς που επισκέπτεται, την ιστορία τους, την αγιογράφηση τους, την κατάσταση που βρίσκονται και ό,τι άλλο χρήσιμο κρίνει ως βυζαντινολόγος για την ολοκλήρωση της εικόνας του ναού.
Για την τεκμηρίωση της μνήμης και όλων αυτών των ενεργειών του, ο ΓΛ είχε δημιουργήσει ένα σημαντικό αριθμό φωτογραφικών πλακών, όπου το κάθε φωτογραφιζόμενο μνημείο πλαισιώνεται πάντοτε από ντόπιους κατοίκους. Όλες αυτές οι φωτογραφίες αποθησαυρίζονται στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο.
Ένα ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι, ποιος έχει τραβήξει αυτές τις φωτογραφίες και ποιος τις έχει επεξεργασθεί. Δεν είναι δυνατό ο ίδιος να εμφανίζεται στο «Θέμα» και συγχρόνως να χειρίζεται τη μηχανή και να μεριμνά και για την διάσωσή του αρνητικού, που τον καιρό εκείνο είχε μικρό χρόνο ζωής. Άποψή μας, αρκετά βάσιμη, είναι ότι στις περιηγήσεις του ακολουθούνταν από τον αδελφό του Ιωάννη, φωτογράφο της εποχής, ο οποίος διατηρούσε φωτογραφικό εργαστήριο. Γνωστός στον φωτογραφικό κόσμο της τότε Αθήνας, ήταν ο μοναδικός που φωτογράφισε τους Πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 και δική του είναι η γνωστή συλλογή φωτογραφιών, όπου παρουσιάζονται οι αθλητές σε ώρα της δράσης. Η έρευνά μας σχετικά με την συνεργασία των αδελφών, συνεχίζεται.
Κατά την παρούσα φάση, στο ΑΟΛ εστιάζουμε στην παρουσίαση των περιηγήσεων του Γ. Λαμπάκη, η οποία θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα και σε συνεργασία με το ψηφιακό μας αποθετήριο, θα είναι διαθέσιμη στην παγκόσμια κοινότητα
Έχουμε τοποθετήσει σε χάρτη περί τις 400 περιηγήσεις του, σε όλη την Ελλάδα, όχι μόνο μέχρι την Λάρισα που ήταν τα τότε σύνορα, αλλά και στην Μακεδονία, Ανατολική και Δυτική Θράκη, Κωνσταντινούπολη, Μικρά Ασία και βέβαια στις Κυκλάδες. Έτσι συνδύαζε την Υπηρεσία στην ανθρωπότητα μέσω του έργου του στην Βασίλισσα Όλγα με την Έρευνα που έκανε. Η επιμονή και η υπομονή στις διάφορες περιπέτειες που του συνέβησαν, δείχνουν και την αφοσίωση που είχε στο όραμα του. Μαθαίνουμε από τις σημειώσεις του, ότι δύο φορές ναυάγησε με το πλοίο και παρόλα αυτά είχε το ψυχικό σθένος αντί να γυρίσει στην Αθήνα να συνεχίσει το ταξίδι του. Δεν το ανέβαλε!
Δεν πρέπει να νομίζουμε ότι αυτά τα ταξίδια την εποχή εκείνη ήταν εύκολα να γίνουν, αν λάβουμε υπόψη τις συνθήκες που επικρατούσαν. Ιδού πως περιγράφει ο ίδιος τα ταξίδια του 10:
Όμως ήταν φύση μαχητική, όχι μόνο στις κακουχίες και στα απρόοπτα που συναντούσε, αλλά και στο επιστημονικό πεδίο της εποχής του. Είναι γνωστές και μνημειώδεις οι διαφωνίες του με τον Παναγώτη Καβαδία, συνομήλικό του και εξέχοντα αρχαιολόγο της κλασσικής περιόδου, από τον οποίο τελικά απέσπασε τα Βυζαντινά μνημεία και δημιούργησε τον κλάδο των Βυζαντινών αρχαιοτήτων εφαρμόζοντας τις αρχές και την μέθοδο της τότε επιστήμης.
Ο Γ. Λαμπάκης υποθέτουμε ότι μετείχε στην κίνηση του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, που συνέβαλε στην ελληνική ιστορία με τη θέση του ότι ο Έλλην έχει αδιάσπαστη συνέχεια, αναγνωρίζοντας την ενότητα των πολιτισμικών χαρακτηριστικών της εθνικής ταυτότητας. Με οδηγό την επιστημονική του σκέψη και με φάρους την Πίστη και την Γνώση, ο ΓΛ πραγματοποίησε ένα τιτάνιο έργο, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι τον θάνατό του, τα μέλη όλων των Διοικητικών Συμβουλίων της ΧΑΕ προήλθαν από την ίδια ιδεολογική ομάδα και υπηρέτησαν τους ίδιους εθνικούς σκοπούς.
Ως σώφρων και νουνεχής, παρά την όποια φιλοδοξία του, είχε την επίγνωση ότι το 1910, όταν ήταν ήδη 56 ετών (με προσδοκώμενο μέσο όρο ζωής τα 35έτη), βρισκόταν σε προχωρημένη / ώριμη ηλικία, πράγμα που μαζί με την κώφωση από την οποία έπασχε, δεν του επέτρεπε να είναι ιδιαίτερα αισιόδοξος για την θέση του καθηγητού του ΕΚΠΑ, με συνυποψηφίους πολύ νεώτερους. Οι πενιχρές προσωπικές οικογενειακές πληροφορίες που υπάρχουν στο αρχείο, δεν μας επιτρέπουν να διατυπώσουμε υποθέσεις για τα συναισθήματα που του δημιούργησε η μη εκλογή του, όταν εκτός των άλλων είναι γνωστές και οι εσωτερικές διεργασίες που λαμβάνουν μέρος σε ανάλογες περιπτώσεις.
Η αφοσίωση, η έρευνα και η υπηρεσία στην κοινωνία, αρετές που πρέπει να έχει ο ερευνητής-αναζητητής, υπήρχαν στον Γ. Λαμπάκη κατά τα πρώτα 30 χρόνια της ΧΑΕ. Το όραμά του διέθετε ρεαλισμό και είχε ισχυρές βάσεις κοινωνικές. Ήταν πραγματιστής.
Συνοπτικά έτυχε των εξής τιμητικών διακρίσεων για το έργο του:
- Το Ελληνικό Βασίλειο του απονέμει τον Αργυρό Σταυρό του Σωτήρος το 1895 για την « ευόδωση του σκοπού της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας:
- « O σύλλογος προς ενθάρρυνση των Ελληνικών σπουδών εν Παρισίοις»
(Association des ETUDES des gresques) απένειμε το αργυρούν μετάλλιο, για το έτος 1913 στον Γεώργιο Λαμπάκη. Ο γραμματέας του συλλόγου κ. Puech αναφέρει τους λόγους που απενεμήθη το ανώτατο μετάλλιο εις τον Έλληνα επιστήμονα κ. Γ. Λαμπάκη, τελειώνοντας την εισήγηση του λέγων:
«Το ημέτερον συμβούλιον, Κύριοι, εθέωρησεν έργον δικαιοσύνης να αμείψη δια μεταλλίου τας επιστημονικάς εργασίας του κ. Λαμπάκη και τον μέγαν ζήλον του ον επεδείκνυσε επι σειρά μακρών ετών»
Την απονομή του μεταλλίου την ανακοινώνει στον βραβευόμενο ο ειδικός καθηγητής της Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Παρίσι G.Millet.
Ο Γεώργιος Λαμπάκης μας άφησε επιστημονικό, κοινωνικό και συγγραφικό έργο. Ήταν ένας δημιουργικός άνθρωπος, που τον ενδιέφερε και η κοινωνική διάσταση του βυζαντινολόγου.
Παρήγαγε «την βρώσιν την μένουσαν».
Βιβλιογραφία
- Γκίνκο Μ.-Σ., 2021: « Το περιοδικό Εβδομάς (1884-1892) Συμβολή στην πνευματική κίνηση της εποχής» Τμήμα Φιλολογίας Πανεπιστήμιο Πατρών -Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών (2021) (Διδακτορική διατριβή)
- Δελτίον ΧΑΕ 1904: Υπόμνημα Περί Χριστιανικών Αρχαιοτήτων της Ελλάδος, σελ 93
- Λαμπάκης Γ., 1896: Γενική εισαγωγή εις την Χριστιανική Αρχαιολογία. Λόγος ρηθείς εν τω Πανεπιστημίω τη 25 Νοεμβρίου σελ 23-24
- Ο ιδιος 1896: “Γενική “Εισαγωγή εις την Χριστιανικήν Αρχαιολογίαν”, λόγος εισιτήριος, 25 Νοεμβρίου 1896, σελ 23
- Πολυλάς Ι., 1922: (έμμετρος μετ.) Ομήρου Ιλιάς, Εκδοτικός Οίκος Γεωργ. Ι. Βασιλείου