Το Οδοιπορικό του Γεωργίου Λαμπάκη.
Η πύλη που εικονίζεται στη φωτογραφία βρίσκεται στα δυτικά της νότιας πλευράς του τείχους του Διδυμοτείχου και είναι διπλή. Ονομαζόταν «πύλη της γέφυρας», λόγω της γειτνίασής της με τη μεγάλη γέφυρα του Ερυθροποτάμου. Μαζί με την επίσης διπλή «πύλη της αγοράς» ήταν οι δύο κύριες πύλες του κάστρου.
Αποτελείται από μία εσωτερική πύλη βυζαντινής περιόδου, την οποία πλαισιώνουν δύο παλαιοχριστιανικοί πεντάπλευροι πύργοι (ο ένας διακρίνεται αριστερά στη φωτογραφία), και μία δεύτερη εξωτερική τοποθετημένη σχεδόν κάθετα σ’ αυτή του κυρίως τείχους. Η εξωτερική πύλη που εντάσσεται σε μικρό οχυρωματικό περίβολο των πρώιμων οθωμανικών χρόνων σώζεται μέχρι σήμερα και αποτελεί το πιο εντυπωσιακό τμήμα των τειχών της πόλης. Δεξιά στη φωτογραφία διακρίνεται η τοιχοποιία οθωμανικής περιόδου με το χαρακτηριστικό τυφλό αψίδωμα σε μορφή οξυκόρυφου τόξου.
Το χαμηλό κτίσμα που εικονίζεται αριστερά σήμερα δεν υπάρχει.
Ο πύργος στη νοτιοανατολική γωνία του φρουρίου, σήμερα γνωστός ως «πύργος της βασιλοπούλας», είναι συμπαγής, και η κάτοψή του έχει σχήμα 3/4 του κύκλου. Όπως διακρίνεται στη φωτογραφία, ο πύργος στενεύει έντονα προς τα πάνω.
Το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, άγνωστο στη βυζαντινή οχυρωματική πριν από τη Λατινοκρατία, συνιστά σημαντικό στοιχείο για τη χρονολόγησή του στη μετά το 1204 εποχή.
Ο Γ. Λαμπάκης, σχολιάζοντας τον πύργο, αναφέρει: «Ἐν τῷ πύργῳ τοῦ φρουρίου, ἐπὶ τῆς μεσημβρινῆς πλευρᾶς, διεσώθη πολύτιμος τῶν πρώτων αἰώνων λίθινη πλάξ, ἐφ’ ᾗς εὕρηται τὸ ἱερὸν μονόγραμμα τοῦ Ἰησοῦ συμπεπλεγμένον μετὰ τῶν γραμμάτων Χ. καὶ Ρ. ἐπὶ Σταυροῦ…».
Η ύπαρξη αυτής της πλάκας είναι και ο πιθανός λόγος που ο Γ. Λαμπάκης αποτύπωσε φωτογραφικά τον πύργο και στη συνέχεια δημοσίευσε τη φωτογραφία στο Δελτίο της ΧΑΕ.
Δεν πρόκειται όμως για το μονόγραμμα του Χριστού αλλά για συμπίλημα του ονόματος Ταρχανειώτης. Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τον πρωτοστράτορα Κωνσταντίνο Ταρχανειώτη, άρχοντα του Διδυμοτείχου μαζί με τον Αρσένη Τζαμπλάκωνα στα μέσα του 14ου αι.
Ο Ταρχανειώτης επισκεύασε τους πύργους των τειχών λίγο πριν ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός παραχωρήσει την πόλη στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο, κατά τη βασιλεία του οποίου συνέχισε πιθανόν να διατηρεί το αξίωμά του.
Στη φωτογραφία, η οποία δωρήθηκε στη ΧΑΕ από τον Λ. Καλαμίδα και καταγράφηκε το 1903, εικονίζεται στα αριστερά τμήμα του βορείου τοίχου του κεντρικού κλίτους του ναού, με το αντίστοιχο υπερώο και το τύμπανο.
Το ψηφιδωτό με την ένθρονη Βρεφοκρατούσα Θεοτόκο στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας του Βήματος δεν είναι ορατό, ενώ οι ψηφιδωτές παραστάσεις αγίων στο βόρειο τύμπανο αποκαλύφθηκαν πολύ αργότερα. Από τον γραπτό διάκοσμο του ναού φαίνεται μόνο το εξαπτέρυγο που κοσμούσε το σφαιρικό τρίγωνο του τρούλου.
Με τη συγκεκριμένη λήψη ο φωτογράφος κατόρθωσε να αιχμαλωτίσει τη μεγαλοπρέπεια του εσωτερικού του ναού. Εκτός από το προαναφερθέν τμήμα του ψηφιδωτού διακόσμου, ο θεατής διακρίνει τη συμμετρία των κιονοστοιχιών και τον πολυτελή γλυπτό τους διάκοσμο, ενώ ορατή —αν και σε μικρότερο βαθμό— είναι επίσης η περίφημη ορθομαρμάρωση του ναού.
Αυτό όμως που καθιστά τη φωτογραφία μοναδική είναι η πρωινή ώρα της λήψης της. Έτσι φαίνεται καθαρά ότι το φως που διαχέεται από τα παράθυρα της ανατολικής πλευράς και του τρούλου μοιάζει να εξαϋλώνει τους όγκους των αρχιτεκτονικών επιφανειών, που διαλύονται στο εσωτερικό του ναού. Αυτό άλλωστε το χαρακτηριστικό της εκκλησίας προκάλεσε τον ιδιαίτερο θαυμασμό ήδη από την εποχή της πρώτης οικοδόμησής της.
Ο ναός των Αγίων Σεργίου και Βάκχου οικοδομήθηκε από τον Ιουστινιανό και τη Θεοδώρα μεταξύ των ετών 527 και 536 και πιθανόν προοριζόταν για μία ομάδα Σύρων μονοφυσιτών μοναχών. Πρόκειται για τρουλαίο περίκεντρο οικοδόμημα με υπερώο, αρχιτεκτονικό τύπο που απαντά κυρίως στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας.
της Κωνσταντινούπολης ως συνδετικού κρίκου μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Στη φωτογραφία, που αγοράστηκε από τη ΧΑΕ και καταγράφηκε στους καταλόγους της το 1910, αποτυπώνονται τα χερσαία τείχη της πόλης, και συγκεκριμένα το τμήμα που βρίσκεται ανάμεσα στην Πύλη της Σηλυβρίας και τη Χρυσή Πύλη.
Η συντήρηση των τειχών ήταν τόσο σπουδαία υπόθεση, ώστε επιγραφές διαιωνίζουν τα ονόματα των ανακαινιστών αυτοκρατόρων. Με αφορμή την εν λόγω φωτογραφία ο Γ. Λαμπάκης παραθέτει στο ημερολόγιό του την επιγραφή:+ΙΩ ΕΝ Χ(ΡΙΣΤ)Ω ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΟC ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ […………………………] ͵ϛϡΜΖ ΕΤΟΥC (1439).Πρόκειται για τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο (1425-1448), για τον οποίο είναι γνωστό και από άλλες επιγραφές ότι έκανε μικρές επιδιορθώσεις στα τείχη.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι τα τείχη της Κωνσταντινούπολης επισκευάστηκαν συχνά και από τους Οθωμανούς σουλτάνους.
Η φωτογραφία τραβήχτηκε κατά την αναχώρηση του Γ. Λαμπάκη από την Κωνσταντινούπολη στις 2 Οκτωβρίου του 1902. Διακρίνεται το βορειοανατολικό άκρο της πόλης, με τον ναό της Αγίας Σοφίας στο βάθος, σημείο αναφοράς για τον ερευνητή, όπως άλλωστε ο ίδιος σημειώνει στο ημερολόγιό του:
«Ἀπαίροντες, καὶ πάλιν τὸν νοῦν ἡμῶν καὶ τὰ βλέμματα εἰς ἓν σημεῖον συνεκεντρώσαμεν, ὅπερ ἤδη ἐννοῦσι οἱ ἀναγνῶσται.
»Ἀπὸ τοῦ ἀτμοπλοίου Ἰωνία, τὸ τελευταῖον, τὸν περίκλυτον τοῦτον Ναὸν τῆς Ἁγίας Σοφίας ἐφωτογραφήσαμεν. […] Ὦ Ἁγία Σοφία, σοὶ ἐναποθέτω ἀκόμη μακρόθεν ἓν ἅγιον φίλημα, παίρνω μαζύ μου ὥς τι φυλακτήριον χόρτα φυόμενα κατὰ γῆς περὶ τὰ τείχη σου»
Το Α Μέρος μπορείτε να το δείτε εδώ
*Οι φωτογραφίες και τα κείμενα είναι από την έκδοση του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου με θέμα “Θράκη – Κωνσταντινούπολη. Το Οδοιπορικό του Γεωργίου Λαμπάκη (1902)” που έγινε με αφορμή την ομότιτλη έκθεση κατά τη διάρκεια του 4ου Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου Θρακικών Σπουδών.
Οι φωτογραφίες ανήκουν στο αρχείο της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρεία (ΧΑΕ), το οποίο βρίσκεται ως παρακαταθήκη & προς φύλαξη στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο (ΒΧΜ)